Ο Κωνσταντίνος Παπαλουκάς μιλάει για το Υδρογόνο εν όψει του 5ου Παγκρήτιου Ενεργειακού Συνεδρίου – International Conference & Exhibition

Η ανάπτυξη της Οικονομίας Υδρογόνου ως ευκαιρία για την Ελλάδα

Tο Υδρογόνο διαθέτει τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά, για να βοηθήσει την παγκόσμια κοινότητα να ξεπεράσει τις τρέχουσες ενεργειακές προκλήσεις και παράλληλα να ενισχύσει τις ενέργειές της για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η ανάπτυξη μιας παγκόσμιας Οικονομίας Υδρογόνου όμως απαιτεί μια ολιστική προσέγγιση η οποία αγγίζει όλα τα τμήματα της αλυσίδας αξίας (value chain) και προϋποθέτει την παράλληλη ανάπτυξη της ζήτησης στην αγορά μαζί με αυτή των υποδομών παραγωγής (upstream), μεταφοράς (midstream) και εφοδιασμού (downstream).

Η Ελλάδα υποστηρίζει σθεναρά τη δυναμική του υδρογόνου στον δρόμο για ενεργειακή μετάβαση και περαιτέρω απανθρακοποίηση του ελληνικού, αλλά και του ευρωπαϊκού ενεργειακού μείγματος. Και αυτό γιατί το υδρογόνο δύναται να αντικαταστήσει τα ορυκτά καύσιμα τόσο ως καθαρό καύσιμο όσο και ως πρώτη ύλη σε συγκεκριμένους τομείς που η απανθρακοποίησή τους παρουσιάζει ιδιαιτερότητες και δυσκολίες, όπως αυτούς των μεταφορών και της βιομηχανίας.

Βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, η Ελλάδα προσανατολίζεται σε μια τεχνολογικά ουδέτερη προσέγγιση στον τρόπο παραγωγής υδρογόνου, αν και μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, αφού η απανθρακοποίηση της ηλεκτρικής μας παραγωγής φτάσει σε ένα ώριμο σημείο, θα μπορούμε να δώσουμε περισσότερη έμφαση στην παραγωγή πράσινου υδρογόνου μέσω ηλεκτρόλυσης. Μια τέτοια εξέλιξη θα ξεκλειδώσει την περαιτέρω αξιοποίηση του μεγάλου δυναμικού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μας μείγμα, ενώ ταυτόχρονα τέτοιου είδους εγκαταστάσεις θα μπορούν να λειτουργήσουν ως ένα αποτελεσματικό μέσο αποθήκευσης ενέργειας. Βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, λοιπόν, θα διερευνηθούν και λύσεις υδρογόνου χαμηλών εκπομπών άνθρακα με τεχνολογίες δέσμευσης, αξιοποίησης και αποθήκευσης του διοξειδίου του άνθρακα (Carbon Capture Utilization and Storage – CCUS), ώστε από τη μία να διασφαλιστεί η δίκαιη μετάβαση της χώρας μας και από την άλλη να ανοίξει ο δρόμος προς το καθαρό υδρογόνο μέσω της ανάπτυξης των αγορών και των υψηλής εντάσεως κεφαλαίου υποδομών υδρογόνου.

Η Ελλάδα θα κληθεί να  επιδιώξει τον φιλόδοξο αυτό στόχο για παράλληλη επέκταση και ανακαίνιση της υφιστάμενης υποδομής φυσικού αερίου της, προκειμένου να καταστεί δυνατή η μεταφορά και διανομή υδρογόνου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι συνεχείς ευρωπαϊκές επενδύσεις σε υποδομές αερίου συμβατές με υδρογόνο και βιομεθάνιο αποτελούν σημαντικό παράγοντα για την ενεργειακή μετάβαση του συστήματος φυσικού αερίου μας. Όσον αφορά τη μεταφορά και διανομή υδρογόνου, λοιπόν, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη νέας υποδομής (greenfield), όπως επίσης και στον επαναπροσδιορισμό/επαναχρησιμοποίηση, κατά περίπτωση, υφιστάμενων δικτύων αερίου (brownfield infrastructure). Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να εξεταστούν ενδελεχώς ζητήματα που αφορούν την έγχυση υδρογόνου και άλλων ανανεώσιμων αερίων στο δίκτυο φυσικού αερίου που θα πρέπει να συμφωνηθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παράλληλα, η νομοθετική πρόταση που δημοσιεύτηκε στις 15 Δεκεμβρίου για την αναθεώρηση του Κανονισμού των Διευρωπαϊκών Δικτύων Ενέργειας (TEN-E) αποτελεί τον θεμέλιο λίθο για την ολοκλήρωση του υδρογόνου και των τεχνολογιών power-to-x στο ενεργειακό σύστημα της ΕΕ. Η ανάπτυξη, επομένως, μιας αλυσίδας αξίας υδρογόνου απαιτεί την εξέταση αρκετών διατομεακών πτυχών που επηρεάζουν εγκάρσια πολλούς οδικούς χάρτες, όπως την Ασφάλεια και το Κανονιστικό Πλαίσιο, την ανάπτυξη Κωδίκων και Προτύπων (RCS) και άλλα.

Όπως διαφαίνεται και από τις διαβουλεύσεις μεταξύ των Κρατών Μελών η ανάγκη για μια ολοκληρωμένη Ευρωπαϊκή Πολιτική Υδρογόνου είναι πλέον επιτακτική. Μια κοινή στρατηγική θα μπορούσε να βοηθήσει την ΕΕ να άρει τους τόσους πλεονάζοντες ρυθμιστικούς φραγμούς που αποτελούν τροχοπέδη στην ανάδυση μιας ενιαίας Οικονομίας Υδρογόνου. Ταυτόχρονα, θα μπορούσε να παρέχει μια εκτίμηση για τις μελλοντικές εισαγωγές υδρογόνου δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή ζήτηση αλλά και η  παραγωγική μας ικανότητα έχουν εκτιμηθεί αξιόπιστα. Επιπλέον, μια φιλόδοξη επενδυτική πολιτική της Ευρώπης στον τομέα του υδρογόνου μπορεί να τοποθετήσει την ΕΕ σε ευνοϊκή θέση στην αναδυόμενη διεθνή αλυσίδα εφοδιασμού του υδρογόνου.

Για την Ελλάδα το υδρογόνο δεν αποτελεί απλώς μια ενεργειακή πρόκληση. Αναβαθμίζει παράλληλα τη θέση της στην Ευρώπη, μιας και η γεωγραφική της θέση στην Ανατολική Μεσόγειο και η εγγύτητα στις περιοχές τις Β. Αφρικής έχουν σημαίνοντα ρόλο. Από τον καιρό του φιλόδοξου σχεδίου της Ένωσης για τη Μεσόγειο, όπου προέβλεπαν την παραγωγή ηλεκτρισμού και μεταφορά του με καλώδια υψηλής τάσης, η Ευρώπη γλυκοκοιτάζει και πάλι τον Νότο για την παραγωγή πράσινου υδρογόνου και μεταφορά του στην Ευρώπη. Εδώ δεν πρέπει να ξεχνάμε τον εξέχοντα ρόλο της ελληνικής εφοπλιστικής κοινότητας, μιας και κάποιος θα πρέπει να μεταφέρει το υδρογόνο στις πιο ώριμες αγορές  όπως την Ιαπωνία, την Κορέα αλλά και στις υπόλοιπες αναδυόμενες αγορές. Κάτι αντίστοιχο θα πρέπει να γίνει και για τη μεταφορά του δεσμευμένου διοξειδίου του άνθρακα σε προορισμούς αποθήκευσης, ακολουθώντας το παράδειγμα του έργου Northern Lights στην Νορβηγία. Οπότε η ενεργειακή μετάβαση είναι κάτι που αφορά ιδιαίτερα και την ελληνική ναυτιλία.

Μια Οικονομία Υδρογόνου θα μπορούσε, επίσης, να ενθαρρύνει μια νέα τεχνολογική και βιομηχανική επανάσταση στις περιφερειακές οικονομίες, δημιουργώντας αρκετές εξειδικευμένες θέσεις εργασίας. Συγκεκριμένα στην Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει αιτία για επαναπατρισμό αρκετών επιστημόνων υψηλού επιπέδου που εργάζονται επί του παρόντος στο εξωτερικό.

Τέλος, πρέπει να τονιστεί ο ρόλος της ευαισθητοποίησης και της εκπαίδευσης του κοινού. Η παροχή τεχνικής γνώσης για το υδρογόνο και των τεχνολογιών του θα οδηγήσουν σε μεγαλύτερα επίπεδα αποδοχής και επίπεδα εμπιστοσύνης στην τεχνολογία. Γι’ αυτό και η συμπερίληψη ενός πάνελ αποκλειστικά για το υδρογόνο στο 5ο Παγκρήτιο Ενεργειακό Συνέδριο –  International Conference & Exhibition, αποτελεί σημαντική ένδειξη ότι η Ελλάδα ξεκίνησε να αναγνωρίζει πλέον το μέγεθος της ευκαιρίας. Θέλω να πιστεύω πως με μια ισορροπημένη εθνική στρατηγική που να ταιριάζει στα χαρακτηριστικά της, η Ελλάδα θα μπορέσει να αποτελέσει υπόδειγμα και για άλλες χώρες, όπως έπραξε και μια χώρα ανάλογου πληθυσμού, η Πορτογαλία.

Για αυτό το μεγάλο εγχείρημα απαιτείται ο ανάλογος συντονισμός της Πολιτείας μέσω των αρμόδιων Υπουργείων, της βιομηχανίας, της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας, των Εθνικών Ερευνητικών μας Κέντρων και των λοιπών εμπλεκόμενων φορέων για μια πολυδιάστατη προσέγγιση όλης της αλυσίδας αξίας του υδρογόνου, ώστε μέσα στις αρχές του 2021 να κομίσει και η Ελλάδα την Εθνική της Στρατηγική για το Υδρογόνο. Αυτός άλλωστε είναι και ο ρόλος της Επιτροπής Υδρογόνου που συστάθηκε από το ΥΠΕΝ με τη συμμετοχή τόσο αξιόλογων ειδικών και επιστημόνων.

*Κωνσταντίνος Παπαλουκάς (MEng, MBA, MPA), Ειδικός σε θέματα Ενεργειακής Πολιτικής, Συντονιστής Επιτροπής για τη χάραξη Εθνικής Στρατηγικής για το Υδρογόνο

email: constantinos.papalucas@post.harvard.edu